Ένας δράκος που πετάει φωτιές; Ένα λιοντάρι που βρυχάται; Ή μήπως ένα παιδί που νοιώθει θυμό;



“Χάνει τον εαυτό της και γίνεται ξαφνικά κατακόκκινη από τα νεύρα της!” 

 

“Δεν είναι αυτό το παιδί μου! Αυτός θα με πυροβολούσε με τα μάτια αν μπορούσε!”

 

“Τόση γλυκό και τρυφερό κορίτσι, πώς είναι δυνατόν να φωνάζει τόσο πολύ όταν δε γίνεται αυτό που θέλει;”

 

“Σπάει ό,τι βρει μπροστά του και φωνάζει ότι είμαι η χειρότερη μητέρα του κόσμου!”



Κάποιες από αυτές τις φράσεις θυμίζουν σ’ όλους μας κάποιο περιστατικό, παλαιότερο ή πιο κοντινό, ενός δικού μας παιδιού, μικρού μας φίλου ή εγγονού/ής μας σε στιγμές έντονης συναισθηματικής φόρτισης. Κάποιο από αυτά τα παιδιά ίσως έχει συχνά τέτοιες συμπεριφορές, κάποιο μπορεί να ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες ή να το έκανε πρώτη φορά, αλλά με τόσο έντονο τρόπο που οι γύρω του σάστισαν. 

 

Ο παιδικός θυμός είναι ένα θέμα που απασχολεί αρκετά τους γονείς/ φροντιστές και σε πολλές περιπτώσεις προκαλεί ανησυχία για το κατά πόσο ένα μικρό παιδί είναι “φυσιολογικό” να έχει ξεσπάσματα θυμού, από που μπορεί να προκαλείται αυτό και πώς μπορούν οι ίδιοι να βοηθήσουν το παιδί τους όταν βρίσκεται σε έντονη συναισθηματική φόρτιση θυμού. Ας τα πάρουμε λοιπόν με τη σειρά.

 

Μπορεί ένα μικρό παιδί να έχει ξεσπάσματα θυμού; 

Ο θυμός είναι ένα φυσιολογικό και υγιές ανθρώπινο συναίσθημα, κι όπως όλα τα συναισθήματα, πρέπει να ενισχύεται η έκφρασή του. Κανένα συναίσθημα δεν ωφελεί να καταπιέζεται, να απαγορεύεται ή να καλύπτεται. Θα βρει σίγουρα το δρόμο του να εκφραστεί και το πιθανότερο αυτός ο δρόμος να μην είναι ο πιο ευχάριστος ή λειτουργικός, όπως π.χ. ένας πόνος στο στομάχι, νεύρα χωρίς εμφανή αιτία, ένας εφιάλτης στο βραδινό ύπνο. 

 

Η αλήθεια είναι ότι οι λόγοι που πιθανόν προκαλούν αντιδράσεις θυμού δεν είναι πάντα τόσο εμφανείς, αλλά μπορεί να συγκαλύπτονται και με άλλα συναισθήματα και συμπεριφορές. Ας δούμε λοιπόν,  σε τι μπορεί να οφείλεται ο θυμός ενός παιδιού;

  • Απειλή αυτοεκτίμησης: η αυτοεκτίμηση και η διαχείριση των συναισθημάτων είναι άμεσα συνδεδεμένες, καθώς το ένα ενισχύει το άλλο και το αντίστροφο. Όσο λιγότερη πίστη έχει ένα παιδί στις δυνάμεις του, τόσο δυσκολότερα μαθαίνει να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του.

  • Στρες  και Ανασφάλεια : γεγονότα στο σχολικό ή οικογενειακό περιβάλλον (εκφοβισμός στο σχολείο, ανησυχία για τον γονέα, αβεβαιότητα ή αστάθεια στο σπίτι, πίεση για επίτευξη στόχων) μπορεί να προκαλέσουν ανησυχία και κατ’ επέκταση φόβο και θυμό στο παιδί.

  • Θλίψη και Απογοήτευση: λόγω απουσίας ή απώλειας αγαπημένου προσώπου, αποτυχίας σε δραστηριότητες, επίπληξης στο σχολικό περιβάλλον για τις επιδόσεις του.

  • Ζήλια και αδερφικός ανταγωνισμός.

  • Αίσθημα αδικίας ή Απογοήτευσης.

  • Παρέμβαση ενός ενήλικα για να βοηθήσει όταν δε χρειάζεται.

  • Έλλειψη κατανόησης από τους άλλους και απόρριψη συναισθημάτων.

  • Πείνα (χαμηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα), Κόπωση, Ασθένεια ή Πόνος.  

 

Όλοι αυτοί οι πιθανοί λόγοι, ίσως είναι δύσκολο να εντοπισθούν από τα παιδιά και να εκφραστούν με τρόπο που θα γίνει κατανοητός από τους ίδιους, αλλά και από τους ενήλικες. Οι τελευταίοι καλούνται να τα βοηθήσουν να αναπτύξουν τεχνικές και δεξιότητες για την συναισθηματική τους ρύθμιση, η οποία ξεκινά από τη βρεφική ηλικία και συνεχίζει στην παιδική. Για παράδειγμα, η ικανότητα να συνεργαστούν και να κατανοήσουν το συναίσθημα του άλλου, καθώς και ο συμβιβασμός ή η ανακωχή σε ορισμένες καταστάσεις μπορούν να φανούν πολύ βοηθητικές στο να καταπραΰνουν το έντονο συναίσθημα που μπορεί να νιώθει ένα παιδί όταν εκφράζει το θυμό του. Επιπλέον, μπορεί ο γονέας ή ο φροντιστής να ενισχύσει το παιδί να αναπτύξει τεχνικές που θα τον βοηθούν να ηρεμεί ο ίδιος τον εαυτό του όταν νοιώθει ανησυχία και σιγά-σιγά θα βρίσκει την κατάλληλη αντίδραση στον δικαιολογημένο πια θυμό του. Παράλληλα, θα μάθει να αναγνωρίζει και να αποφεύγει τις ακατάλληλες εκδηλώσεις θυμού, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις τόσο στον ίδιο όσο και στους γύρω του (π.χ. να πετάει πράγματα).

 

Βασικό στοιχείο στο να επιτευχθούν αυτά, είναι η στάση του γονέα/ φροντιστή, ο οποίος αποτελεί πρότυπο για το παιδί. Αν ο ίδιος συνηθίζει για παράδειγμα, να εκφράζει το θυμό του με πολύ έντονες φωνές και χαρακτηρισμούς, θα είναι δυσκολότερο να βρεθεί και να υιοθετηθεί ένας άλλος τρόπος από το παιδί. Επιπλέον, θα είναι βοηθητικό ο ενήλικας να κρατά σταθερή θέση απέναντι στο ξέσπασμα του παιδιού,  ακούγοντας το παράπονο ή τον προβληματισμό του, δείχνοντας ότι το έχει κατανοήσει και στη συνέχεια, προσφέροντας χώρο και χρόνο (time-out) να σκεφτεί το παιδί τι έχει συμβεί. Η γλωσσική του ικανότητα να ονομάσει αυτό που βιώνει μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο. Αν το παιδί δεν έχει κατακτήσει ακόμα αυτό το λεξιλόγιο, μπορεί ο γονέας να “βάλει λόγια” στις πράξεις και το συναίσθημά του. Για παράδειγμα, “βλέπω ότι έχεις θυμώσει πολύ που αναβλήθηκε η εκδρομή στο πάρκο και λυπάμαι πολύ που νιώθεις έτσι. Όμως δεν μπορούμε να ελέγξουμε εμείς τον καιρό, και η δυνατή βροχή μας άλλαξε σήμερα τα σχέδια”. Σημαντικός επίσης είναι κι ο αυτοέλεγχος, δηλαδή η πίστη του παιδιού ότι ασκεί κάποιο έλεγχο στα συναισθήματά του, που μπορεί να δώσει το κίνητρο για να ανασυνταχθεί από μόνος του, χωρίς να αφεθεί πλήρως στη δυσθυμία του. Στο time-out που θα του προσφερθεί, μπορεί να αναλογιστεί τη δική του συμπεριφορά και τις συνέπειες αυτής, ώστε να συζητήσει αργότερα μαζί σας τί πήγε στραβά, να ζητήσει συγνώμη για κάποια ζημιά που έκανε ή ακόμα και να προτείνει πιθανή λύση σ’ ένα πρόβλημα. Σιγά σιγά το παιδί θα μάθει από μόνο του να αποσπά την προσοχή του και να ηρεμεί τον εαυτό του. 

 

Όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να είναι ωφέλιμη και αποτελεσματική, αλλά πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι είναι συνδεδεμένη με την ανάπτυξη και ωρίμανση του ατόμου, η οποία βέβαια εξαρτάται και υποστηρίζεται από τη διαπαιδαγώγηση και τη μάθηση. Οι ρόλοι, οι κανόνες και τα όρια στο οικογενειακό περιβάλλον πρέπει να είναι σαφή για να νιώθουν τα παιδιά ασφάλεια. Ο έπαινος είναι ωφέλιμος όταν είναι συγκεκριμένος και ρεαλιστικός. Αντίστοιχα, η συνέπεια σε μια αρνητική πράξη πρέπει να είναι αντίστοιχη της ηλικίας και της σοβαρότητας του γεγονότος. Τέλος, είναι ενισχυτικό να εστιάζουμε στις λύσεις που μπορούμε να βρούμε και όχι στο πρόβλημα. Μ’ αυτό τον τρόπο δίνουμε βαρύτητα στις δεξιότητες, τις ικανότητες και τη δύναμη επίτευξης στόχων των παιδιών.

Ένα ακόμη εργαλείο στα χέρια των γονέων και φροντιστών για την όλη διαδικασία είναι και το παιχνίδι. Τα παιχνίδια χαρακτηρίζονται από δομή και προβλεψιμότητα και προσφέρουν ένα ασφαλές περιβάλλον για τη διερεύνηση των συναισθημάτων. Επιπλέον, αντικατοπτρίζουν πλευρές της πραγματικής ζωής και του τρόπου με τον οποίο τα παιδιά χειρίζονται κάποιες καταστάσεις της ζωής τους και προσφέρουν το κατάλληλο έδαφος για βελτίωση κοινωνικών και γνωστικών δεξιοτήτων.

Σε κάθε περίπτωση τα εργαλεία και οι τεχνικές μπορούν να προσαρμοστούν στις ανάγκες της κάθε οικογένειας, έχοντας ως οδηγό ότι ο θυμός εκφράζει μέρος του εαυτού μας που ασφυκτιά για κάποιο λόγο. Προτεραιότητα έχει η ασφάλεια του παιδιού και των γύρω του και στη συνέχεια η ανακούφιση αυτής της έντονης εμπειρίας. Πολλές ιστορίες παρομοιάζουν ένα παιδί που νοιώθει θυμωμένο με κάποιον δράκο που πετάει φωτιές ή ένα λιοντάρι που βρυχάται. Συνήθως όμως στο τέλος της ιστορίας, ο δράκος αυτός φαίνεται να έχει ανάγκη να πει κάπου τη δυσκολία του και το λιοντάρι να βρει κάποιον να τον καταλαβαίνει. 

Τα παιδιά έχουν την ανάγκη να γνωρίζουν ότι οι άλλοι συνεχίζουν να τους αγαπούν όταν είναι θυμωμένα και μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν το θυμό με ήρεμο και βοηθητικό τρόπο.

Χριστίνα Παπαλέξη,

Ψυχολόγος, MSc Εφαρμοσμένη Παιδοψυχολογία 

Βιβλιογραφική Πηγή 

Plummer, D. M. (2016). Παιχνίδια διαχείρισης θυμού για παιδιά. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη

Αφήστε μια απάντηση